ΔΙΣΚΟΣ ΤΟΥ ΜΗΝΑ: SLOW TRAIN COMING
ΚΑΛΛΙΤΕΧΝΗΣ : BOB DYLAN
ΧΡΟΝΙΑ ΚΥΚΛΟΦΟΡΙΑΣ : 1979
ΑΠΡΙΛΙΟΣ 2016
«You’ve got to SERVE SOMEBODY! »
Ο μήνας Απρίλιος έχει την
ιδιότητα να αφήνει μια γλυκιά δισυπόστατη αναλογία στο μυαλό μας. Αποχαιρετά το τσουχτερό κρύο του χειμώνα, την
απρόβλεπτη ατζέντα του Μαρτίου, οι μέρες μας ζεσταίνουν, κάποιες υπερβολικά,
κάποιες λιγότερο, η ώρα αλλάζει και το φως του ήλιου αργεί να μας αποχαιρετήσει.
Οι τελευταίες βροχούλες της εποχής καθαρίζουν τα κράσπεδα, τις αυλές και τους
δρόμους από την κίτρινη γύρη των φυτών και ο ουρανός αρχίζει να φορά
περισσότερο το γαλανόλευκο κουστούμι του! Ο Απρίλης ωστόσο, εναγκαλίζει και μια
σπουδαία κινητή εορτή στα σπλάχνα του. Την μεγαλύτερη γιορτή της Ορθοδοξίας,
την μεγαλύτερη γιορτή της ανθρωπότητας, ίσως. Την γιορτή του Πάσχα των
Χριστιανών. Ένας μήνας περισυλλογής, προετοιμασίας, νηστείας, πνευματικής
εκγρήγορσης και φυσικά λαμπρού εορτασμού! Ένας μήνας – πορεία στα πνευματικά και
κακοτράχαλα σκαλοπάτια του μονοπατιού προς τον Γολγοθά, ένας μήνας που από την
Σταύρωση του Θεανθρώπου οδηγείται στην αδιαμφισβήτητα ελπιδοφόρα Ανάσταση του.
Σκεπτόμενος λοιπόν, ποιος δίσκος
θα ήταν κατάλληλος για να σκεπάσει όλες τις παραπάνω σκέψεις σωστά, το «SLOW TRAIN COMING» πετάχτηκε τόσο
ξαφνικά, όσο και απρόσμενα στην λεωφόρο του μυαλού μου, και μάλιστα, σχεδόν
χωρίς να βγάλει το παραμικρό προειδηποιητικό «φλας» !
Η επιλογή του ωστόσο δεν έγινε
διότι ο BOB DYLAN αποφάσισε σε μια περίοδο της ζωής του να γίνει ή να δηλώσει
«αναγεννημένος» Χριστιανός. Αυτό άλλωστε, ήταν και είναι δικαίωμα του, όπως
δικαίωμα καθενός είναι να διαλέγει την πίστη του. Ούτως η άλλως, ο Bob Dylan είναι
εβραίος στην καταγωγή, στο πολύ μακρινό παρελθόν δήλωνε άθεος, κάποια μεταγενέστερη
περίοδο ‘αγνωστικιστής’, κάποια άλλη
περίοδο ασπάστηκε τον Χριστιανισμό στην ευρύτερη έννοια του, και λίγο αργότερα
άρχισε να διαλαλεί ότι «πιστεύει στα τραγούδια του, και ότι αυτά τον έχουν
οδηγήσει στην δική του πνευματική ολοκλήρωση». Όπως είναι και φυσικό, ένας
καλλιτέχνης του βεληνεκούς του Dylan,
θα άφηνε πάντα ένα πέπλο μυστηριού γύρω από τις προσωπικές επιλογές του, και
αυτό για όσους χρόνια τον φιλοξενούμε στις ζωές μας, δεν είναι «φρέσκα νέα».
Όταν όλος ο κόσμος τον ήθελε επαναστάτη, εκείνος δήλωνε «απλός τραγουδοποιός».
Όταν όλος ο γραπτός τύπος τον ήθελε επιτυχημένο μουσικό, εκείνος δήλωνε
«ποιητής»! Όταν η Joan Baez,
τον καλούσε να επιστρέψει στον αγώνα για τα ανθρώπινα δικαιώματα, την φτώχια,
την ανισότητα κλπ, εκείνος αποφάσισε να αφοσιωθεί στην τότε οικογένεια του. Ο άνθρωπος
που έγραψε τα «Blowing in the wind»,
«the Times they are A changing», «Masters of War», «Senor», «Hurricane», «Forever Young», «Political world» και τόσα άλλα φιλοσοφικά
και κοινωνικά άσματα, ήταν ο ίδιος άνθρωπος που τώρα αφιερώνεται στο δικό του
μοναχικό παρασκήνιο. Ένας άνθρωπος, όπου η γενιά των 1960s έσπευσε να
ονόμασει την δίκαια «φωνή» της, ενώ εύκολα
ο ίδιος, έσπευσε να απαρνηθεί το οποιοδήποτε εγκώμιο από αυτή την δήλωση!
Το «SLOW TRAIN COMING» ωστόσο παρέμεινε στην
ιστορία σαν το πρώτο από τα τρία μουσικά έργα/album της πνευματικής αλλαγής του Dylan. Ακολούθησαν τα «SAVED» και «SHOT OF LOVE», όλα με το ίδιο
μουσικό, στιχουργικό και πνευματικό προσδιορισμό. Την πορεία του ατόμου δηλαδή,
προς την αλλαγή του, την αναζήτηση μιας καινούργιας ζωής ταυτισμένης με την
Χριστιανική ηθική, βασισμένη στις διδαχές των Ευαγγελίων και του παραδείγματος
του Χριστού στην Γη. Ένα τραίνο που συνήθως έρχεται αργά… Το 1979, βρήκε τον Bob Dylan σε
μια ηθική και ψυχική τελμάτωση. Ο γάμος του είχε μόλις διαλυθεί, τα παιδιά του
βρίσκονταν μεταξύ ενός πολέμου δικαστηρίων και κατηγοριών, το πρόβλημα που
αντιμετώπιζε με διάφορες ουσίες είχε χειροτερέψει δραματικά, οι πωλήσεις των
δίσκων του είχαν πέσει δυσανάλογα με το μέγεθος του, οι συναυλίες του άρχιζαν
να παίρνουν ολοένα και περισσότερες «αιματηρές» κριτικές, και η παλιά
«καρικατούρα» του ως ο τραγουδοποιός της αλλαγής είχε φθείρει εντελώς μέσα στον
χρόνο. Ο σκληρός ήχος που είχε επίσης θεμελιωθεί στην τότε εποχή δεν βοηθούσε
καθόλου τον καλλιτέχνη να περάσει τα δικά του μυνήματα. Το χειρότερο από όλα όμως
κατά εκείνον, είναι ότι δεν μπορούσε να βρει ΤΙ είναι αυτό που του έλειπε. Ότι
και να δοκίμαζε, νέο η παλιό, ολοένα και περισσότερο, τον βύθαινε στην σκοτεινή
απελπισία του. Κάποια στιγμή, σε μια από τις συναυλίες του, έφτασε στο χείλος
της κατάρρευσης. Εκεί ήταν, όπου και κάποιος θαυμαστής του από την αρένα
μπροστά, του πέταξε έναν μικρό ασημένιο Σταυρό στο πάλκο. Όπως ο ίδιος δήλωσε
αργότερα, «δεν σηκώνω συχνά τα αντικείμενα τα οποία οι θαυμαστές μου πετάνε,
ωστόσο, εκείνη την φορά κάτι με ώθησε να το σηκώσω, και αφού το είδα, το έβαλα στην
τσέπη μου χωρίς δεύτερη σκέψη». Αυτή ήταν και η αρχή για ότι ακολούθησε για μια
αρκετά μεγάλη περίοδο στην ζωή του μεγάλου συνθέτη. Άρχισε να παρακολουθεί μαθήματα καθολικής
κατήχησης, να εξετάζει την Βίβλο και τις γραφές με μοναδικό ενδιαφέρον, να
παρευρίσκεται σε συνεδρίες και φυσικά να πηγαίνει στην εκκλησία. Για τα επόμενα
τέσσερα χρόνια, το πάθος του για ότι ανακάλυψε τον μετέτρεψε σε ένα μικρό
ιεροκύρηκα ανάμεσα σε όλους τους κύκλους, τους οποίους και κοινωνικοποιούταν. Κάποιες
φορές φυσικά, με ενοχλητικά αποτελέσματα για τους άλλους, θαυμαστές ή έταιρους καλλιτέχνες,
γνωστούς ή φίλους. Ωστόσο εκείνος, όπως και σε ότι άλλο υποστήριζε στην ζωή του,
παρέμενε ισχυρός και ανένδοτος. Απλά, δεν τον ένοιαζε η άποψη των άλλων.
Το Slow train coming είναι
για αρχή ένας ιδιαίτερα συναρπαστικός δίσκος διότι συνδιάζει έντεχνα αρκετές
γεύσεις από διαφορετικά είδη μουσικών ρευμάτων. Μουσικά ακολουθεί την συνέπεια
του Dylan στο είδος του, μια μίξη δηλαδη των αμερικανικών ελαφριών blues με
την αυτούσια folk παράδοση, συνδιάζοντας μερικές funk πινελιές! Ο
κυριάρχος ήχος φυσικά είναι ηλεκτρικός και το όργανο που βασιλεύει είναι η
κιθάρα, σε μια ευαίσθητη μελωδική παραμόρφωση. Τα περισσότερα κομμάτια
γράφτηκαν με την βοήθεια της. Τα υπόλοιπα στοιχεία της ελαφριάς Rock ακολουθούν.
Τύμπανα σε απόλυτο κούρδισμα με το mood στοιχείο της εποχής, πλήκτρα που
υποβοηθούν τις συνθέσεις, μπάσο που διασκεδάζει και ταξιδεύει το μυαλό, και
τέλος δεύτερες φωνές, οι οποίες και βοηθούν τον Dylan να
ξεπεράσει το εμπόδιο της όχι και τόσο χαρισματικής φωνής του. Εδώ όμως είναι
που αρχίζουν τα καλά. Το Gospel
(ευαγγελικό) στοιχείο επαναστατεί, και αρχίζει έντεχνα να πρωταγωνιστεί.
Άλλωστε αυτό καθαυτό, είναι αναπόσπαστο κομμάτι πολλών διαφορετικών εκκλησιών
της Αμερικής, επομένως και ιδιαίτερα παραδοσιακό και αγαπητό στους αμερικάνους ακροατές
του. Οι δευτερες φωνές που το συνοδεύουν είναι ακόμα πιο έντονες, ακολουθούν
πιστά την φρασεολογία του ερμηνευτή, συνχωνεύονται με τις ματζόρε νότες των
συνθέσεων και το τελικό αποτέλεσμα είναι μια διαρκής ανεβαστική (up-tempo) υμνολογία προς το ανώτερο
στοιχείο. Τα πλήκτρα τύπου Hammond και Organ,
είναι μία ακόμη σημαντική προσθήκη που πλαισιώνει το ευαγγελικό αυτό είδος.
Περίτρανα δεσμεύονται μεταξύ της μουσικής συνέπειας των στίχων, ενώ κατά τόπους
απογειώνονται κατά την διάρκεια της κάθε solo στιγμής μέσα στην σύνθεση. Όλα τα
τραγούδια του δίσκου, είναι είτε μοναδικές απεικονήσεις της Βίβλου (το μοναδικό
«Man gave names to all the Animals»), είτε δικιές του
ισχυρές Χριστιανικές πεποιθήσεις («Slow train»), και με τρόπο ποιητικό και μελοδραματικά λυρικό, εφάμιλλο
της μοναδικής στιχουργικής του ιδιοφυίας, ο Dylan αποδίδει δυνατά το βάθος όπου η νέα
του πίστη φτάνει. Και δεν σταματά εκεί! Όπως μας είναι και αρκετά γνωστό,
επιλέγει το μονοπάτι της σύγκρουσης ενάντια στους δυνάστες αυτού του κόσμου,
και το κακό που εκείνοι προσπαθούν να επιφέρουν στους ανθρώπους.
“God don’t
make promises that He don’t keep – You got some big dreams baby, but in order
to dream, you gotta still be asleep – Counterfeit
philosophies have polluted all of your thoughts – Karl Marx has got you by
the throat, Henry Kissinger’s got you tied up knots” ! (When you gonna WAKE
UP?)
Πολλοί αναφέρουν ότι ο Dylan είχε
να τραγουδήσει χρόνια με τον τρόπο που το έκανε στο slow train coming. Κάποιοι από αυτούς
είναι ο παραγωγός του δίσκου, οι βασικοί ηχολήπτες, οι δυο θυληκές υπάρξεις που
πλαισίωσαν τα δεύτερα φωνητικά του δίσκου, και φυσικά πολλοί οπαδοί του. Είναι
αλήθεια! Η φωνή του ακούγεται πιο φρέσκια και νεανική, μελωδικότερη και καθαρή,
λιγότερο τραχιά σε αντίθεση με την φωνή που είχε όταν πρωτοβγήκε στην
δισκογραφία, και στα αλήθεια υπάρχουν ορισμένες στιγμές μέσα στον δίσκο όπου
και κανείς νομίζει ότι τραγουδά λες και φοβόταν ότι δεν θα ξαναείχε την
ευκαιρία. Ακούστε τα «When He returns» και «Gotta serve Somebody» για παράδειγμα!
Η τελευταία γεύση που μου αφήνει
ο δίσκος, ακούγοντας τον μέχρι το τέλος είναι ότι ο Dylan έκανε μια
τεράστια δήλωση για εκείνη την εποχή. Πίστεψε, ερεύνησε και μετουσίωσε αυτό που
βρήκε στην καρδιά του. Και φυσικά, δεν το κράτησε για τον εαυτό του. Το
μοιράστηκε με όλη την δύναμη της ψυχής του, με τον υπόλοιπο κόσμο. Δεν φοβήθηκε
αν θα ενοχλούσε (αυτό ούτως η άλλως έγινε). Αντιθέτως, κάλεσε τους ακροατές του
να πάρουν την ίδια διαδρομή, να διαλέξουν! «Να υπηρετήσουν κάποιον – να
διαλέξουν μεταξύ του κακού και του ενάρετου» και όλο αυτό ήταν ένα τραίνο, που
όντως έρχεται αργά, ωστόσο, έρχεται τελικά. Αυτό θεωρώ ότι είναι το τελικό
μήνυμα, και αυτό τουλάχιστον εγώ επιλέγω να κρατάω. Το Ορθόδοξο Πάσχα, όπως
είπα και στην εισαγωγή, είναι αρκετά κοντά. Είναι στιγμή, ο καθένας μας, αυτές
τις δύσκολες στιγμές και μέρες που διανύουμε, να διαλέξει που επιθυμεί να
βρίσκεται...
Ορισμένα ενδιαφέροντα γεγονότα,
1. O Bob Dylan κέρδισε
το πρώτο του Grammy στην
κατηγορία του best vocal performance για το τραγούδι «Gotta serve somebody». Επίσης το album έφτασε στην 2η θέση στα
Βρετανικά charts, και
την 3η θέση στα αμερικάνικα, όπου και έγινε πλατινένιο. Ποιος είπε
τελικά, ότι η πίστη δεν αποδίδει καρπούς;
2. Όπως
και ήταν φυσικό, πολλοί ως τότε οπαδοί του απογουτεύτηκαν από το περιεχόμενο
του δίσκου. Δεν μπορούσαν να αποδεχτούν ότι ο «επαναστάτης» τους, απέκτησε
κάποιες «αδυναμίες», και στράφηκε προς το Θείο… Ωστόσο, ένα ακόμα μεγαλύτερο
ευαγγελικό κοινό (από την Gospel)
άρχισε να τον ακολουθεί φανατικά!
3. Όλες
τις κιθάρες του δίσκου ανέλαβε ο Mark Knopfler από τους Dire Straits, μια μπάντα που ήταν
ιδιαίτερα ανερχόμενη εκείνη την εποχή, και ο ίδιος ένας από τους πιο
χαρισματικούς κιθαρίστες του κόσμου. Ωστόσο, ο Knopfler στην
αρχή δεν ήξερε το περιεχόμενο των τραγουδιών που ο Dylan είχε στο
μυαλό του για τον δίσκο. (Είχε πει
και το αξιομνημόνευτο «Oh my, all these songs are about God! ») Όταν
το ανακάλυψε κατά την διάρκεια των sessions, ένιωσε κάποιες αμφιβολίες, ωστόσο ο επαγγελματισμός και
η δέσμευση του Dylan για το τελικό αποτέλεσμα τον καθυσήχασε.
ΣΤΑΜΑΤΗΣ ΓΑΛΑΝΗΣ – ΑΠΡΙΛΙΟΣ 2016